Τα Ναυτικά Κιάλια του Μιχαήλ Σάββα Κελέσιη (Καπετάν Μίχαλος)
Τα ναυτικά κιάλια κληρονόμησε ο Μιχαήλ Σάββα Κελέσιης (καπετάν Μίχαλος) από τον παππού του καπετάν Τουρκομίχαλο, γνωστό ναυτικό της επαρχίας Κερύνειας.
Μετά την ανατίναξη του πλοίου «Ευαγγελίστρια» στις 24 Ιανουαρίου 1916 από γαλλικό καταδρομικό, τα ναυτικά κιάλια του Μιχαήλ Σάββα Κελέσιη, είναι το μοναδικό αντικείμενο, το οποίο διασώζεται μέχρι σήμερα.
Σήμερα τα κιάλια αυτά βρίσκονται στην κατοχή του εγγονού του Αντρέα Κελέσιη.
4 φωτογραφίες των ναυτικών κιαλιών
CONTRIBUTOR
Αντρέας Κελέσης
DATE
1916-01-24
LANGUAGE
ell
ITEMS
4
INSTITUTION
Europeana 1914-1918
PROGRESS
METADATA
Discover Similar Stories
Φωτογραφίες του Μιχαήλ Σάββα Κελέσιη (Καπετάν Μίχαλος)
6 Items
Χριστουγεννιάτιες Ευχές Μιχαήλ προς Αδελφό του Παναή, 1916
Το Πλοίο Ευαγγελίστρια και τα Τελευταία Ταξίδια του Μιχαήλ Σάββα Κελέσιη (Καπετάν Μίχαλος)
4 Items
Ναυτικός χάρτης της Μεσογείου με τα τέσσερα τελευταία ταξίδια του πλοίου Ευαγγελίστρια
Ο Πόλεμος και οι Περιπέτειες του Πλοίαρχου Μιχαήλ Σάββα Κελέσιη (Καπετάν Μίχαλος)
8 Items
8 φωτογραφίες των απομνημονευμάτων του καπετάν Μίχαλου || Ο Μιχαήλ Σάββα (καπετάν Μίχαλος), πιο γνωστός με το παρωνύμιο Κελέσιης, ήταν ο πρωτότοκος γιος μιας ισχυρής οικογένειας ναυτικών της Κύπρου με μεγάλη παράδοση, δεμένη γερά με τον τόπο και την θάλασσα. Οι ρίζες της οικογένειας ανιχνεύονται στον καπετάν Τουρκομίχαλο, τον παππού του Μιχαήλ Σάββα, ο οποίος γεννήθηκε στα Κήθυρα, ένα νησί μεταξύ Πελοποννήσου και Κρήτης. Ο Τουρκομίχαλος έφτασε στην Κερύνεια κατατρεγμένος. Λέγεται πως είχε σκοτώσει δυο Τούρκους, οι οποίοι θέλησαν να του φάνε το πατρικό του περιβόλι. Φτάνοντας στην Κερύνεια κατάφερε κι έκρυψε το επίθετο Κελέσιη. Ήτανε εξαίρετος ναυτικός, ωστόσο, πιο πολύ φημιζόταν για τη φυσική του δύναμη. Ο Μιχαήλ Σάββα γεννήθηκε το 1868 στην Κερύνεια. Παντρεύτηκε στις 5 Νοεμβρίου του 1895 την Μαργαρίτα (Μαρκαρού) Χατζηχαραλάμπους, με την οποία απέκτησαν έξι παιδιά. Τα γεγονότα που διαδραματίζονται πιο κάτω περιλαμβάνονται στο βιβλίο «Ο πόλεμος και αι περιπέτειαι του Πλοίαρχου Μιχαήλ Σάββα Κελέσιη, εκ Κερύνειας, 1924»: Στις 2 Νοεμβρίου 1915 κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, ο καπετάν Μίχαλος αναχώρησε από την Κερύνεια με το πλοίο Ευαγγελίστρια, το οποίο άνηκε στον Σάββα Χαραλάμπους, έμπορο από την Κερύνεια. Το πλοίο ήταν φορτωμένο με ελαιοπυρήνα και προοριζόταν για το νησί Ρόδος. Στην Ρόδο κατέφθασε στις 10 Νοεμβρίου 1915 και παρέμεινε εκεί για 70 μέρες μέχρι την εκφόρτωση του ελαιοπυρήνα. Η ιταλική Κυβέρνηση, όμως, μετά την εκφόρτωση του ελαιοπυρήνα διέταξε την αναχώρηση του πλοίου από το νησί. Έτσι, το πλοίο αναχώρησε εσπευσμένα από την Ρόδο στις 5 Ιανουαρίου 1916 με προορισμό την Κύπρο. Για κακή του τύχη, όμως, ξέσπασε μεγάλη θαλασσοταραχή γι’ αυτό και το πλήρωμα του πλοίου Ευαγγελίστρια αναγκάστηκε να αγκυροβολήσει στο Καστελλόριζο. Όμως, η γαλλική Κυβέρνηση ανάγκασε τον καπετάν Μίχαλο και το πλήρωμα του να εγκαταλείψουν το νησί και με τη βοήθεια ενός γαλλικού καταδρομικού ρυμούλκησαν το Ευαγγελίστρια έξω από το νησί. Παρά τη μεγάλη θαλασσοταραχή το πλοίο συνέχισε την πορεία του μέχρι το λιμάνι Μουλιά της επαρχίας Πάφου. Από εκείνη την στιγμή η ζωή του πλοίαρχου και του πληρώματος παύει να είναι περιπετειώδης και αρχίζει να γίνεται τραγική. Στις 24 Ιανουαρίου 1916 ένα γαλλικό πολεμικό πλοίο περιπολούσε στην θάλασσα της Μεσογείου. Μόλις εντόπισαν το πλοίο Ευαγγελίστρια στο λιμάνι της επαρχίας Πάφου, 7-8 οπλισμένοι ναύτες, κατέφθασαν με λέμβους προς το πλοίο και πραγματοποίησαν έλεγχο για πιθανή λαθρεμπορία. Παρόλο που δεν εντόπισαν ο,τιδήποτε παράνομο ανάγκασαν το πλήρωμα να αποβιβασθεί στο λιμάνι, ενώ τον Καπετάν Μίχαλο τον κράτησαν αιχμάλωτο και τον οδήγησαν στο Καστελλόριζο φυλακισμένο στο κελί ενός γαλλικού ατμόπλοιου. Στη συνέχεια, οι Γάλλοι ναύτες τοποθέτησαν δυναμίτιδα σε όλο το πλοίο με αποτέλεσμα το πλοίο να εκραγεί και να βυθιστεί. Στο Καστελλόριζο ο Καπετάν Μίχαλος βασανίστηκε από τους Γάλλους αξιωματικούς, οι οποίοι τον κατηγορούσαν για μεταφορά πετρελαίου σε εχθρικά υποβρύχια. Εκεί παρέμεινε για 3 μέρες. Στις 27 Ιανουαρίου 1916 τον μετέφεραν στο Πορτ-Σαιντ (στην ναυαρχίδα της 3ης μοίρας του στόλου) και φυλακίστηκε για ακόμα 24 μέρες όπου και υπέστη πολλά βασανιστήρια. Μετά την παρέλευση των 24 ημερών ο γαλλικός στόλος τον παρέδωσε στην αιγυπτιακή αστυνομία, η οποία τον καταδίκασε σε θάνατο. Αυτό που θυμάται πολύ έντονα ο Καπετάν Μίχαλος και το οποίο δηλώνεται με μεγάλη πικρία στο συγκεκριμένο βιβλίο είναι τα εξής: Όταν με οδήγουν εις τας φυλακάς, πράγμα το οποίον και τώρα ότε το λέγω, φρικιώ, πλήθος ανδρών, γυναικών και παιδιών, επρόβαλλον περιέργως εκ των καταστημάτων, παραθύρων των οικίων, με έβλεπον με βλέμματα παράδοξα και εδαλοκτυλοδείκτουν και έλεγον: Νάτος, νάτος αυτός που έδωσε πενζίναν εις τα υποβρύχια. Η μομφή ήτο μεγάλη, διότι ήτο ως να μου έλεγαν, να ένας κακούργος που βοήθησε του Γερμανούς να βυθίζουν εις την θάλασσα γυναίκες και άτακτα παιδιά. Τούτο δε' εμέ, τοιαύτη προσβολή ήτο κάτι φοβερώτερον του θανάτου. Εν τω μεταξύ, ο Καπετάν Μίχαλος ιστορούσε την άθλια κατάσταση στην οποία ζούσε μέσω επιστολών προς το Αγγλικό Προξενείο, χωρίς όμως να λάβει καμιά απάντηση. Στο διάστημα αυτό, είχε αρρωστήσει βαριά με αποτέλεσμα τη μεταφορά του σε νοσοκομείο. Μετά το εξιτήριο του από τον νοσοκομείο μεταφέρθηκε πίσω στην φυλακή αλυσοδεμένος. Στις 14 Απριλίου 1916 'Άγγλος αξιωματικός μεταβίβασε στον Αιγύπτιο αστυνομικό την απόφαση στου στρατοδικείου, δηλαδή την καταδίκη του καπετάν Μίχαλου σε θάνατο και η οποία θα ελάμβανε χώρα στις 16 Απριλίου και ώρα 8 π.μ. Όταν έφτασε η μέρα κατά την οποία επρόκειτο να θανατωθεί όλοι οι συγκρατούμενοι του τον παρηγορούσαν και τον αποχαιρετούσαν με μεγάλη θλίψη. Όταν όμως πλησίασε η ώρα για κάποιο λόγο δεν ήρθε κανένας αστυνομικός να τον παραλάβει. Μια ώρα αργότερα έφτασε ένας αστυνομικός και ζήτησε να ανακρίνει τον κάθε συγκρατούμενο ξεχωριστά με σκοπό να διαπιστώσει την ψυχική κατάσταση του καπετάν Μίχαλου. Το βράδυ επέστρεψαν τον Μίχαλο πίσω στο κελί. Για κακή του τύχη, όμως, άρχισε να έχει αναπνευστικά προβλήματα και σπασμούς σε όλο του το σώμα. Κατέφτασε στο κελί του εσπευσμένα γιατρός, όπου και τον εξέτασε. Ο γιατρός ζήτησε να μεταφερθεί στο φρενοκομείο του Καΐρου «Ασπασία». Εκεί οι γιατροί μετά από πολλές εξετάσεις διέγνωσαν την ασταθή ψυχική του κατάσταση γι΄ αυτό και κρατήθηκε για νοσηλεία. Παρόλο που δεν του δόθηκε καμιά ιατροφαρμακευτική αγωγή, ο χρόνος που πέρασε στο νοσοκομείο θεράπευσε τελείως την ψυχική του κατάσταση. Μια μέρα, λοιπόν, 2 στρατιώτες ήρθαν στο νοσοκομείο και ζήτησαν από το διευθυντή του νοσοκομείου κ. Ορνόη να τον παραλάβουν. Έτσι, οι στρατιώτες τον μετέφεραν στο στρατόπεδο αιχμαλώτων πολέμου, στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Στο στρατόπεδο κρατήθηκε για διάστημα περίπου τριών μηνών, αλλά σε πολύ καλές συνθήκες, δηλαδή χωρίς να δεχτεί οποιαδήποτε βασανιστήρια στο διάστημα αυτό. Μετά τους τρείς μήνες, αποφασίστηκε η απελευθέρωσή του με τη βοήθεια της αγγλικής κυβέρνησης και έτσι, στις 14 Ιανουαρίου 1917, αναχώρησε από την Αίγυπτο και δύο μέρες μετά, στις 16 Ιανουαρίου 1917, κατέφθασε στη Αμμόχωστο και από εκεί στην Κερύνεια. Μετά τα τραγικά γεγονότα που αντιμετώπισε και την περιπέτειά του δεν επιτράπηκε στον καπετάν Μίχαλο να αποπλεύσει ξανά. Απεβίωσε εφτά χρόνια αργότερα, στις 16 Ιουλίου 1923.